Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009



ΚΗΠΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Μισάνοιχτη η πόρτα του κήπου
στο απέραντο του αβάσταχτου
Τα μαύρα κάγκελα δεν εμπόδισαν
το πέρασμα του κορμιού
στον οικείο χώρο,
άσυλο της ψυχής.
Εξαντλημένη από την αναμονή
επιμένοντας στο ανεκπλήρωτο,
ακολουθεί τα ίχνη της θλίψης
στον φθινοπωρινό καμβά του κήπου.
Φυλλορρόημα η ζωή
τα πεσμένα κίτρινα φύλλα
απουσία ,σιωπηρότητα , τίποτα.
η πραγματικότητα .
Σκόρπια στην νοτισμένη γη
η βροχή θα τα θάψει,
στα σπλάχνα της.
θα με βρεις, εδώ
να περιμένω
την καινούργια ζωή,
την αναγέννησηστον κήπο της μοναξιάς.


ΜΟΝΑΧΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ

Την νύχτα αυτή
καθόμαστε αντίκρυ
βυθισμένες στο μελένιο θάμπος της σάλας.
Κάτω απ’ το τρεμάμενο φως
των κεριών
θα κοιταχτούμε
στα μάτια.
Σου χαρίστηκα!
Ολιγώρησες !
Ήρθε
η ώρα της απογραφής
των μικρών μα σημαντικών
που χρόνια
πεισματικά μου αρνήθηκες,
για να ζήσω.
Χάρισες απλόχερα
πόνο
άναστρες νύχτες
αξημέρωτες.
Η καρδιά όμηρος
στου σκοταδιού την μελανότητα.
Δεν μιλάς.
Τσιγάρο της λήθης
κρεμάστηκε στα μισάνοιχτα χείλη.
Φυσάς τον καπνό
στο πρόσωπό μου
Θαμπώνεις τον ορίζοντά μου
Άρρηκτο το δέσιμό μας
είμαστε αναπόσπαστες
μια , μοναδική συντροφιά
μοναξιά μου !





ΟΝΕΙΡΑ

Τα όνειρα ,
γλάροι
με ανοιχτές φτερούγες ,
κόντρα στο λιοπύρι του μεσημεριού.
Βλέπεις,
κάτω απ΄ το θάμπωμα των ματιών
με το χέρι αντήλιο
τα λευκά φτερά τους.
Ζυγίζονται πάνω στον χρόνο
πάνω στο γαλάζιο.
Ακολουθούν απαλά τον μαΐστρο
στον θαλασσί ορίζοντα
των ταξιδιών μας .



ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ

Κρεμάστηκε ο ήλιος
στην άκρη του πρωινού
Λεπίδες ηλιόχρωμες
τα’ ατσαλένια φτερά
διασαλεύουν την γαλάζια σιωπή του αιθέρα.
Το βλέμμα στο τζάμι μετρά τους ορίζοντες
Ουρανός – θάλασσα
Πινελιές σπαρμένες
στον απέραντο θαλασσί καμβά
τα νησιά.
Αιγαίο !
Πέλαγος αγαστό !
Στην άκρια του
όστρακο φιλντισένιο
λουσμένο στα χρώματα του πρωινού
λικνίζεται στην αγκαλιά των αρχαγγέλων
νησί πλανεμένο στις μελωδίες του Νότου
τις μυρωδιές της Ανατολής.
Πετράδι του αρχιπελάγους !
Τα φτερά χαμηλώνουν
στης θάλασσας την άκρη
η καρδιά παραδίνεται
στην γλυκιά αίσθηση της προσδοκίας
στην μοναδικότητα
της στιγμής
της αναμονής
για το άγνωστο.






ΟΔΥΝΗ

Σε ξωκλήσι λησμονημένο
πάνω σε γκρίζο βράχο
σιγόκλαιε η οδύνη
για τα όνειρα του χτες.
Ποια μάννα είναι η Παναγιά
ποια αδερφή φιλεί
του Χριστού τα ματωμένα πόδια
ποιος σύντροφοι
είναι ο Εσταυρωμένος
Ακούτε τον γρέγο
πως λυσσομανά
όλη νύχτα
σμιλεύοντας τα βράχια !
Το χάραμα
Κάτω από το
θαμπό άστρο του πρωινού
θα φανεί
χαραγμένο το όνομά του.



ΠΑΡΘΕΝΙ

Το Παρθένι κοιμάται
Μείναμε σύντροφε
πληγωμένοι ,νικημένοι
μόνοι να γιατρέψουμε τις πληγές
στο κορμί , στην ψυχή.
Φυσάει ένας άγριος αγέρας
μα σε μια πιθαμή ανασαίνουμε ελεύθερα.
Ο ήλιος ανεβαίνει αργά απ’ τα βάθη της θάλασσας
Μια μικρή αχτίδα πρωινού
περνάει δειλά μέσα
από την χαραμάδα
του κλειστού παραθυρόφυλλου.
Ανασαίνεις βαριά κάτω από την βρώμικη κουβέρτα
Φοβάσαι το ξημέρωμα
Το χέρι του δήμιου θα τραβήξει
άλλο ένα όνομα
στο κρυφό χαρτί του θανάτου
Την αυγή το ουρλιαχτό
Θα ανάψει φωτιές,
χιλιάδες φωτιές
να κάψει της νιότης μας
τα όνειρα.



ΣΚΟΤΑΔΙΑ

Μαύρη του θανάτου η θωριά
σκέπασε ετούτη την γη.
Ερμητικά κλειστές
της ζωής οι πόρτες.
Μάτια αγρύπνιας
λαχταράνε
μια χαραμάδα ήλιου.
Κορμιά ,σκοτεινά κελιά
κρύβουν τους λυγμούς των ψυχών.
παλεύουν με τις ώρες ,τον πόνο,
την απόγνωση.
Άγριος άνεμος
λύγισε το ανάστημά τους
ίσαμε την γη.
Όνειρα θαμμένα
κάτω απ’ τα άρβυλα των φαντάρων
περιμένουν καρτερικά
την επόμενη περπατησιά
να δραπετεύσουν
πέρα απ’ αυτήν την άκρη του νησιού.
Εδώ το σκοτάδι έδιωξε το φως
και πως να ανθίσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου